Δᾶτις — Δάτις masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δάτις — fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δᾶτιν — Δάτις masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δάτι — Δάτις fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δάτιν — Δάτις fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δάτιδι — Δά̱τιδι , Δάτις masc dat sg Δάτις fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δάτιδος — Δά̱τιδος , Δάτις masc gen sg Δάτις fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Datis — Datis, ou Datte le Mède, (en grec ancien Δᾶτις), général mède aux ordres du roi des Perses Darius Ier. Il dirige la flotte qui en 490 av .J. C. s empare des Cyclades. Avec l aide du général perse Artapherne il détruit ensuite la ville d Érétrie… … Wikipédia en Français
δατισμός — ο (Α δατισμός) το να μιλάει κανείς Ελληνικά όπως ο Δάτις στον Μαραθώνα, δηλ. να χρησιμοποιεί ανύπαρκτους παθητικούς τύπους ρημάτων που απαντούν μόνο στην ενεργητική φωνή … Dictionary of Greek
ναξος — I Νησί των Κυκλάδων, το μεγαλύτερο σε έκταση (428 τ. χλμ.) Α της Πάρου και Ν της Δήλου και της Μυκόνου. Διοικητικά αποτελεί επαρχία του νομού Κυκλάδων. Έχει ωοειδές σχήμα και λίγο διαμελισμένες ακτές, το ανάγλυφό της διαμορφώνεται από μια βασική… … Dictionary of Greek